Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012
Δημοσκοπήσεις: "Η ώρα της αριστεράς"
Αν η χρονιά που πέρασε ήταν καταστροφική για την ελληνική οικονομία, για την κοινωνία ήταν ολέθρια. Οι εργαζόμενοι -όσοι απέμειναν- είδαν τους μισθούς να πετσοκόβονται, τα εργασιακά δικαιώματα να εξαφανίζονται και τη ζωή τους να γυρίζει πίσω σε συνθήκες της δεκαετίας του '60. Τη νέα χρονιά η κατάσταση θα είναι πιο ζοφερή. Η τρόικα επανέρχεται με νέο Μνημόνιο, η τρικομματική κυβέρνηση είναι έτοιμη να υπογράψει τη νέα δανειακή σύμβαση και η κοινωνία ξεχειλίζει από οργή, αγανάκτηση και φόβο. Μοναδική ελπίδα η ανατροπή αυτής της πολιτικής και των δυνάμεων που την εκφράζουν.
Οι έξι μήνες της καταστροφής
Κατά τη διάρκεια των έξι μηνών που μεσολάβησαν από την τελευταία ανάλυση που παρουσιάσαμε στην "Αυγή", οι πολιτικές εξελίξεις είναι γνωστές, έτρεξαν με μεγάλη ταχύτητα, πήραν δραματικές διαστάσεις και άφησαν το αποτύπωμά τους. Από την ολιγοήμερη ευφορία της κυβέρνησης -για τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου που θα αντιμετώπιζε το δημόσιο χρέος- περάσαμε στους εκβιασμούς για την καταβολή της 6ης δόσης. Από τη νέα «επιτυχία» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ - με την συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου και το «κούρεμα» του χρέους στο 50% - βρεθήκαμε μπροστά σε μεγάλες κινητοποιήσεις των εργαζομένων και στο αυθόρμητο ξέσπασμα των πολιτών κατά της κυβερνητικής πολιτικής στις εκδηλώσεις για την 28η Οκτωβρίου. Από την τυχοδιωκτική πολιτική του δημοψηφίσματος, στην παραίτηση του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, με κορυφαίο γεγονός τη δημιουργία κατόπιν πιέσεων της τρικομματικής κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. και ΛΑΟΣ με πρωθυπουργό τον τραπεζίτη και έτοιμο από παλιά Λ. Παπαδήμο.
Τον βαθμό επιρροής των πολιτών από αυτή την πυκνή αλληλουχία γεγονότων θα προσπαθήσουμε να μελετήσουμε μέσα από ένα μεγάλο πλήθος δημοσκοπήσεων που διενήργησαν το σύνολο των εταιρειών στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα.
Αναζητείται ελπίς
Σχεδόν δύο χρόνια έχουν περάσει από την ημέρα που ο Γ. Παπανδρέου άνοιξε την «κερκόπορτα» για την είσοδο της τρόικας στην ελληνική πολιτική ζωή υποσχόμενος τη σωτηρία της οικονομίας από τη χρεωκοπία. Τα αποτελέσματα της ανιστόρητης αυτής επιλογής είναι καταστροφικά και καταγράφονται από τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών αφού:
* 95,5% είναι απαισιόδοξοι για την πορεία της χώρας,
* 95% θεωρεί ότι πορευόμαστε σε λάθος κατεύθυνση,
* 92,5% πιστεύει ότι η οικονομία της χώρας με την πολιτική που ακολουθείται χειροτερεύει,
* 90% φοβάται ότι και τα επόμενα χρόνια η κατάσταση θα είναι χειρότερη,
* 87% δηλώνει ότι δεν αντέχει νέα οικονομικά μέτρα,
* 76% δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις, και το πιο συγκλονιστικό,
* 75% των νέων ηλικίας 18-24 ετών σκέφτονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό γιατί διαπιστώνουν ότι δεν έχουν μέλλον στην Ελλάδα.
Οι πολίτες εξάντλησαν προ πολλού κάθε αντοχή και όποια ανεκτικότητα έδειξαν το πρώτο διάστημα.
Μέσα σε αυτό το πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο δυσφορίας κυοφορήθηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου, ως ειδικού σκοπού και συγκεκριμένης, μικρής χρονικής διάρκειας.
Είναι αλήθεια ότι τις πρώτες μέρες μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Λ. Παπαδήμο καταγράφηκε ένα αίσθημα «λύτρωσης» και ανακούφισης στους πολίτες, που κυρίως οφείλονταν στην αποχώρηση του Γ. Παπανδρέου και λιγότερο σε θετική γνώμη για τον «άγνωστο» πρωθυπουργό. Η συνέχιση της πολιτικής που θα ασκούσε η νέα τρικομματική κυβέρνηση πέρασε για λίγες μέρες σε δεύτερη μοίρα. Όμως τα «θαύματα» δεν διαρκούν πολύ. Λίγες βδομάδες μετά τη συγκρότηση της κυβέρνησης του Λ. Παπαδήμου, η εμπιστοσύνη των πολιτών κατρακυλάει και πλησιάζει τις χειρότερες επιδόσεις της προηγούμενης μονοκομματικής κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Η νέα κυβέρνηση δεν μπορεί να ανατρέψει το δυσμενές για αυτήν κλίμα που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία, με αποτέλεσμα να καταγράφεται ως πλειοψηφούσα άποψη, για πρώτη φορά ιστορικά, η απαίτηση για άμεση προσφυγή στις εκλογές.
Οι πολιτικές γυρίζουν την πλάτη στα κόμματα του Μνημονίου
Η κατάρρευση όλων των ποιοτικών χαρακτηριστικών του ΠΑΣΟΚ, η υποχώρηση της Ν.Δ., η επιφανειακή στασιμότητα του ΛΑΟΣ και η αδυναμία της ΔΗΣΥΜ να πείσει τους πολίτες ότι είναι αναγκαία η παρουσία της στο νέο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται, είναι τα κύρια συμπεράσματα της μελέτης του συνόλου των δημοσιοποιημένων και μη ερευνών αυτής της περιόδου.
Η πρόθεση ψήφου για το ΠΑΣΟΚ ξεπερνάει ελάχιστα τα μονοψήφια ποσοστά και συγκεκριμένα στο τέλος της χρονιάς είναι κοντά στο 10,5%, καταγράφοντας νέες απώλειες μέσα σε ένα εξάμηνο. Η συσπείρωσή του έχει φτάσει στο ναδίρ, με ποσοστό 28%, οι ψηφοφόροι του σε ποσοστό 23,5% στρέφονται προς τα αριστερά κόμματα, ενώ σημαντικό ποσοστό της τάξης του 35,5% παραμένει στους αναποφάσιστους. Την ίδια περίοδο ο Γ. Παπανδρέου χάνει 12,5% της δημοτικότητάς του, με αποτέλεσμα να καθίσταται ο πλέον αντιδημοφιλής πολιτικός αρχηγός. Επιπλέον καταγράφει απώλειες 11,5% ως προς την εμπιστοσύνη των πολιτών για τη θέση του πρωθυπουργού. Με τέτοια ευρήματα είναι φανερό ότι ο Γ. Παπανδρέου είναι πλέον βαρίδι για το ΠΑΣΟΚ. Είναι άγνωστο ακόμα τι θα γίνει στο ΠΑΣΟΚ ως προς το θέμα της ηγεσίας που έχει ανοίξει και συζητείται στη σημερινή κρίσιμη συνεδρίαση του Εθνικού συμβουλίου. Το βέβαιο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ θα πληρώσει πολύ ακριβά το τίμημα των πολιτικών επιλογών των δύο τελευταίων χρόνων.
Εδώ και δύο χρόνια παρατηρούμε τη δυσκολία της Ν.Δ. να εισπράξει δημοσκοπικά από τη συνεχή πτώση του ΠΑΣΟΚ, παρόλο που τυπικά μέχρι τον Οκτώβριο εξέφραζε έναν «αντιμνημονιακό» πολιτικό λόγο. Οι πολίτες χρέωναν και στα δύο κόμματα εξουσίας τις σωρευμένες αποτυχίες του πολιτικού συστήματος. Η συγκρότηση της κυβέρνησης Λ. Παπαδήμου με τη συμμετοχή και της Ν.Δ., την επηρέασε αρνητικά, αφού υποχώρησε ως προς την πρόθεση ψήφου και κατέγραψε απώλειες 5,5% στον βαθμό της ικανοποίησης των πολιτών από τον τρόπο που ασκεί αντιπολίτευση. Τραυματισμένος εξέρχεται και ο Α. Σαμαράς, χάνοντας σε ποσοστό 2% και ως προς την ικανότητά του για τη θέση του πρωθυπουργού, αλλά και ως προς στη δημοτικότητα του. Η Ν.Δ. είναι εγκλωβισμένη στην επιλογή της να συμμετέχει στην κυβέρνηση του Λ. Παπαδήμου. Χρεώνεται και τις δυσλειτουργίες που παρουσιάζει, και τα νέα αντιλαϊκά μέτρα που θα πάρει. Με αυτήν την επιλογή της ξέκοψε απότομα από ένα τμήμα της πολιτικής της βάσης το οποίο έμενε ικανοποιημένο από τον «αντιμνημονιακό» της λόγο. Μπορεί λοιπόν η Ν.Δ. να εξακολουθεί να προηγείται του καταρρέοντος ΠΑΣΟΚ, όμως ο στόχος της αυτοδυναμίας εξακολουθεί να είναι ανέφικτος.
Η μικρή και σταθερή ανοδική πορεία του ΛΑΟΣ που καταγράφονταν μέχρι τον Οκτώβριο ανακόπηκε απότομα. Η καθοδική πορεία του τελευταίου δίμηνου δεν πρέπει να πέρασε απαρατήρητη από τον Γ. Καρατζαφέρη που πολιτεύεται με βάση τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, ευρήματα που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις απότομες «κωλοτούμπες» στον πολιτικό και επικοινωνιακό του λόγο. Οι προσεχείς του απόψεις για την κυβέρνηση του Λ. Παπαδήμου και για τον χρόνο των εκλογών θα έχουν ως πυξίδα τα αποτελέσματα των επόμενων δημοσκοπήσεων.
Το νέο κόμμα της ΔΗΣΥΜ εκτός του ότι δεν παρουσιάζει δυναμική, δεν ευνοείται ούτε κι από τη μικρή δημοτικότητα της Ντ. Μπακογιάννη. Έτσι δεν φαίνεται ικανό να ξεπεράσει το νομικό φράγμα του 3%, ποσοστό που θα του επιτρέψει την είσοδο στο κοινοβούλιο. Η πίεση που θα δεχθεί προεκλογικά από τη Ν.Δ. μπορεί να αποδειχτεί καταλυτική.
Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι μόνο ο ένας στους τρεις πολίτες που συμμετέχουν στις έρευνες καταθέτει θετική πρόθεση ψήφου και στα τέσσερα κόμματα αθροιστικά που στηρίζουν την πολιτική του Μνημονίου, γεγονός που καταδεικνύει τη μεγάλη αντίθεση της κοινωνίας στην ασκούμενη πολιτική.
Οι δυνάμεις της ευρύτερης αριστεράς
Οι αριστερές δυνάμεις στο σύνολό τους παρουσίασαν δημοσκοπική άνοδο τη χρονική περίοδο που μελετάμε. Η μεγάλη φθορά του ΠΑΣΟΚ τροφοδότησε όλους τους πολιτικούς χώρους, κυρίως όμως την αριστερά. Από τον πίνακα των συσπειρώσεων - μετακινήσεων παρατηρούμε ότι 8% μετακινείται προς τη ΔΗΜ.ΑΡ. του Φ. Κουβέλη, το 6% προς τον ΣΥΡΙΖΑ και το 5,0% προς το Κ.Κ.Ε. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το προφίλ των μετακινούμενων ψηφοφόρων. Το «εκσυγχρονιστικό» τμήμα στρέφεται προς τη ΔΗΜ.ΑΡ, ενώ το κατά βάση «παραδοσιακό» τμήμα μετακινείται προς ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι μετακινήσεις προς το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ είναι περισσότερο σταθερές και ελάχιστα εξαρτώνται από τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ. Αντίθετα οι μετακινούμενοι «νοικοκυραίοι» προς τη ΔΗΜ.ΑΡ., έχουν μικρότερη βεβαιότητα, αφού οι εξελίξεις στο ηγετικό πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην τελική τους επιλογή. Να σημειώσουμε επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ κατέχουν τις δύο πρώτες θέσεις για την αντιπολίτευση που ασκούν και στην πολιτική συμπάθεια που οι πολίτες εκφράζουν προς τα κόμματα.
Το κόμμα των Οικολόγων δεν ευνοείται από την πολιτική ατζέντα της διετίας και την κατάσταση που βιώνουν οι πολίτες. Αρνητικά επίσης τους επηρέασε και η αλλαγή πολιτικής που εκπέμπουν στον αντιμνημονιακό τους λόγο μετά τη δημιουργία της κυβέρνησης Παπαδήμου.
Η ισχυροποίηση της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ
Συνηθίζουμε να δείχνουμε μεγαλύτερο ενδιαφέρον στις δημοσκοπικές έρευνες στην πρόθεση ψήφου και να αγνοούμε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που τις συνοδεύουν. Όμως αυτά τα στοιχεία είναι που βοηθούν να καταλάβουμε τις ουσιαστικότερες απόψεις των πολιτών.
Η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ βελτιώθηκε αισθητά όπως αποδεικνύουν τα παρακάτω στοιχεία αφού:
* 10,5% πιστεύει ότι είναι το πιο προοδευτικό κόμμα,
* 8,5% θεωρεί ότι είναι κοντά στη σημερινή εποχή,
* 7% βλέπει ότι έχει τις καλύτερες προοπτικές για το μέλλον, και
* 6,5% των πολιτών ταυτίζεται με τις απόψεις του.
Από τη μελέτη όλων των χαρακτηριστικών που καθορίζουν την εικόνα των κομμάτων, προκύπτει ότι το 6% των πολιτών έχει απόλυτα θετική γνώμη για τον ΣΥΡΙΖΑ όταν το αντίστοιχο ποσοστό της προηγούμενης περιόδου ήταν 3,5%.
Στην κυβερνητική ικανότητα -κάτι που αποτελεί μόνιμα το αδύνατο σημείο όλων των κομμάτων της αριστεράς- ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει επίσης σημαντική άνοδο αφού:
* 6,5% θεωρεί ότι έχει σωστές προτάσεις για την έξοδο από την κρίση, την ανάπτυξη της οικονομίας και την αντιμετώπιση της ανεργίας, και
* 6% συμφωνεί με τον πολιτικό του λόγο στα κοινωνικά ζητήματα της παιδείας και της υγείας.
Αν τα προηγούμενα στοιχεία τα συνεκτιμήσουμε και με το 10,5% που έχει ως πρόθεση ψήφου ο ΣΥΡΙΖΑ στις ηλικίες 18-24 και 45-54, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε πιο στέρεα πολιτική φυσιογνωμία.
Από τον περασμένο Ιούλιο ο Αλ. Τσίπρας κατέθεσε δημόσια στην ελληνική κοινωνία την πρόταση για τη διέξοδο από την κρίση, τη δημιουργία νέου κυβερνητικού συνασπισμού εξουσίας σε αντιμνημονιακή και αριστερή βάση, θέτοντας τις ηγεσίες των κομμάτων στις οποίες απευθύνεται ενώπιον των ιστορικών τους ευθυνών. Η πρόταση αυτή πυροδότησε προσδοκίες στην κοινωνία και αναθέρμανε τις ελπίδες για την ενότητα της αριστεράς. Σε επίπεδο μετρήσεων το 28% του συνόλου των πολιτών ανταποκρίνεται θετικά, γεγονός που αποδεικνύει το αρχικό εύρος των πολιτών που επιθυμούν την ενότητα της Αριστεράς για την ουσιαστική ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία που δείχνουν ότι αυτήν την πρόταση τη στηρίζουν το 79% των εν δυνάμει ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, το 56% των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, το 32,5% των ψηφοφόρων της ΔΗΜ.ΑΡ. και το 7% των σημερινών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ.
Όλα τα στοιχεία μας οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα που δείχνουν ότι η δημοσκοπική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ πατάει σε περισσότερο στέρεα βάση, ότι η εκλογική βάση του ΚΚΕ έλκεται από την πολιτική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και ότι οι πολίτες που μετακινούνται από το ΠΑΣΟΚ προς την ΔΗΜ.ΑΡ. είναι «συντηρητικών» αποχρώσεων.
Ο δρόμος προς τις εκλογές
Οι εκβιασμοί σε βάρος της κοινωνίας προκειμένου να αποδεχτεί τα νέα εξοντωτικά μέτρα που φέρνει η τρόικα, οι εσωκομματικές αντιδράσεις που ενυπάρχουν στα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση, οι δραματικές εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ που αποτελεί τον ένα πόλο του δικομματισμού με βαρύτατες ευθύνες στο πώς φθάσαμε ως εδώ, οι πιέσεις που ασκεί το πολιτικό οικονομικό κατεστημένο προκειμένου να αποφύγει τη λαϊκή ετυμηγορία, συνθέτουν το κολασμένο τρίμηνο που επέρχεται. Θεωρώ ότι θα ήταν παρακινδυνευμένο να προσδιοριστούν οι πολιτικές εξελίξεις και ο χρόνος των εκλογών ακόμα κι αν προστρέξουμε στην επιστήμη της «Θεωρίας των παιγνίων», αφού οι παίκτες είναι πολλοί, τα συμφέροντα μεγάλα και αντικρουόμενα και το πολιτικό σκηνικό υπό κατάρρευση.
Η προϊούσα φθορά του δικομματικού πολιτικού συστήματος, τα ορατά του αδιέξοδα και η εκρηκτική κοινωνική διάσταση που εντείνεται έχουν λειτουργήσει ως την ώρα ως γεννήτρια πολιτικών ανακατατάξεων. Η εκλογική εκτίμηση των κομμάτων στο τέλος του 2011, που υπολογίζουμε με όλες τις χρονοσειρές, μας επιβεβαιώνει τα προαναφερθέντα.
Η Ν.Δ. όχι μόνο την αυτοδυναμία δεν φαίνεται να προσεγγίζει, αλλά αδυνατεί να πλησιάσει και το ποσοστό του 33,5% που είναι το ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό της σε βουλευτικές εκλογές.
Το ΠΑΣΟΚ έχει υποστεί «κούρεμα» περίπου 60% στο ποσοστό του 43,9% που έλαβε το 2009, με συνεχή πτωτική πορεία. Ο κομματικός μηχανισμός που έχει απομείνει φέρει μεγάλα τραύματα. Εντελώς ξεκομμένο το ΠΑΣΟΚ από τις κοινωνικές δυνάμεις που παραδοσιακά το στήριζαν, έχει χάσει τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά που το καθιστούσαν τον ένα από τους δύο πόλους του δικομματισμού για 34 ολόκληρα χρόνια. Το πολιτικό σκηνικό γκρεμίζεται και όσοι είχαν μάθει από το παρασκήνιο να δίνουν λύσεις εναλλαγής τώρα αδυνατούν να διαμορφώσουν συνθήκες επιτυχούς παρέμβασης.
Ναι, το 2012 είναι μια σημαντική χρονιά για την αριστερά, αφού η Ιστορία δεν την προσκαλεί συχνά. Και δεν είναι μόνο γιατί το άθροισμα των ποσοστών της τη φέρνει στην πρώτη θέση δημοσκοπικά. Είναι και γιατί η αριστερά μπορεί και πρέπει να διαμορφώσει ενωτική εναλλακτική πρόταση διεξόδου από την κρίση με υπευθυνότητα και χωρίς φοβίες. Η κοινωνία την έχει ανάγκη. Αν δεν προσπαθήσει, οι πολίτες θα την τιμωρήσουν, είτε την ενισχύουν σήμερα δημοσκοπικά, είτε σε ποσοστό 38,7% παραμένουν ακόμα αναποφάσιστοι. Τότε μπορεί να ενισχύσουν ό,τι αντιδραστικό και απολίτικο «κρύβεται» στο 9,5% των άλλων κομμάτων. Η τιμωρία αυτή θα είναι μεγαλύτερη σε όποια κόμματα την αρνηθούν και γυρίσουν την πλάτη στην αγωνία των πολιτών που επιθυμούν να δουν την αριστερά μπροστά στις εξελίξεις και όχι πίσω από αυτές.
Ο δρόμος προς τις κάλπες πρέπει να συντομευθεί. Μοναδικός και καθοριστικός τρόπος οι ενωτικές μαζικές κινητοποιήσεις των πολιτών για να αποκαταστήσουν το έλλειμμα της δημοκρατίας, για να επιβάλουν την ημέρα των εκλογών, για την απαλλαγή από το Μνημόνιο και την πολιτική τους.
* Ο Κώστας Πουλάκης είναι μέλος της Π.Γ. του Συνασπισμού, υπεύθυνος της Επιτροπής Ερευνών και Μελέτης Δημοσκοπήσεων
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου