Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Κώστας Μπαλάφας: "Ή θα πονάς ή θα νιώθεις ανία στη ζωή..."

Αγαπάμε τους πεθαμένους, ιδιαίτερα εκείνους που αφήνουν ενεργά σημάδια στο διάβα τους, σημάδια που πλουταίνουν τη ζωή, τη ματιά και τον λόγο των υπολοίπων. Ο Κώστας Μπαλάφας που αποχαιρετήσαμε χθες το απόγευμα στο νεκροταφείο Χαλανδρίου ήταν ένας απ’ αυτούς. Ενας άξιος δημιουργός παλαιάς κοπής, ένας σπουδαίος φωτογράφος του 20ού αιώνα. Ενός αιώνα που τον διέτρεξε σχεδόν ολόκληρο, απ’ την αρχή ως το τέλος του, αποτυπώνοντας σε άσπρο - μαύρο και με καθαρό βλέμμα τη λεπτομέρεια της γυμνής του αλήθειας. Γεννημένος σ' ένα σκληρό, κακοτράχαλο χωριό της Ηπείρου το 1920, βίωσε από νωρίς στο πετσί του τον πόνο και τα μαρτύρια του λαού μας, αρχικά στην πάλη του με τη φύση και τον βιοπορισμό, στη συνέχεια με τον επικό εθνικοαπελευθερωτικό του αγώνα ενάντια στις δυνάμεις της Γερμανοϊταλικής Κατοχής. Με τη φωτογραφική μηχανή στο ένα χέρι και με το όπλο στο άλλο, ο Κώστας Μπαλάφας αποτύπωσε συγκλονιστικές στιγμές από το αντάρτικο του ΕΛΑΣ στην Ηπειρο του οποίου υπήρξε ακατοπόνητος μαχητής. Έλεγε: [...] Εμένα, σε όλη μου τη δουλειά, κεντρικός άξονας της θεματολογίας μου είναι ο άνθρωπος και οι αντιδράσεις του στη ζωή, ο αγώνας του για επιβίωση, και περισσότερο οι άνθρωποι του πόνου, γιατί έχουμε σχηματίσει κακή ιδέα για τον πόνο. Ο πόνος είναι σύμμαχός μας, είναι ο φίλος μας, μας ειδοποιεί πως αν το χέρι μας πονάει, κάτι συμβαίνει εκεί πέρα και πρέπει να το δούμε. Έπειτα και στην ίδια τη ζωή, ο άξονας της ζωής κινείται μεταξύ πόνου και ανίας. Ή θα πονάς ή θα νιώθεις ανία στη ζωή. Σ' αυτήν ακριβώς την ψυχολογία των ανθρώπων ήθελα πάντοτε να μπαίνω, στο πετσί τους δηλαδή, και να βγάζω κάτι εσωτερικό δικό τους... Ό,τι θέλω να φωτογραφίσω, γίνεται στη φαντασία μου πρώτα και μετά το φωτογραφίζω. Δεν παίρνω στην τύχη φωτογραφίες, τακ, τακ, τακ, ετούτο, το άλλο. Παίρνω ορισμένες λειτουργικές ενότητες που με εντυπωσιάζουν, αλλά που έχουν και κάποιο βαθύτερο νόημα. Γι’ αυτό και δεν μπορώ να πω, ξέρεις, θα κάνω αυτό και αυτό και γι' αυτόν τον λόγο. Εφόσον βρεθώ στον χώρο όπου το θέμα με συγκινεί, τότε σχηματίζω εικόνες στο μυαλό. Και αυτές τις εικόνες καραδοκώ τη στιγμή και τη θέση που θα τις πάρω. Αγαπάω τον κόσμο και τον κόσμο φωτογραφίζω. Μου έκανε μια κριτική μια εφημεριδούλα στην Έδεσσα, και αναφέρομαι σ’ αυτήν όχι γιατί με κολακεύει, αλλά είναι μια αλήθεια. Λέει σ’ ένα σημείο: «Στον ναό του Κώστα Μπαλάφα να βγάζεις τα παπούτσια σου, γιατί ο φιγούρες του είναι εξαγνισμένες από τον μόχθο και τη στέρηση» και είναι πράγματι έτσι. Η στέρηση δεν έχει χρώμα, για τούτο και ο Κώστας Μπαλάφας στον ύμνο που της αφιέρωσε ουδέποτε κατέφυγε στο χρώμα. Όχι γιατί δεν υπήρχε έγχρωμη φωτογραφία όταν ξεκινούσε, όσο γιατί πίστευε ότι μόνο η ασπρόμαυρη εικόνα έχει τη δυναμική και την πληρότητα να αποδώσει το μεγαλείο της ψυχής των ανθρώπων. Αυτός είναι ο λόγος που δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου για την τεχνικότητα των σύγχρονων καιρών, για την εξέλιξη και τη λατρεία του εργαλείου. Στη σχολή που δίδασκε, ενόσω ακόμη ήταν όρθιος, συμβούλευε τα παιδιά, αντί να ταλανίζονται με τις μηχανές να στραφούν στην ποίηση και τη λογοτεχνία, να μπορέσουν έτσι να σχηματίσουν ιδεατές εικόνες στο μυαλό τους. Τότε μόνο θα δουν αυτά που τους περνούν απαρατήρητα, τότε θα δουν τη λεπτομέρεια -που δεν είναι καθόλου λεπτομέρεια-, τότε θα μεταφέρουν τη συγκίνηση στο φωτογραφικό χαρτί, γιατί «χωρίς συγκίνηση δεν υπάρχει καλλιτεχνικό αποτέλεσμα». Το τμήμα Πολιτισμού του ΣΥΝ Τα θερμά του συλλυπητήρια στην οικογένεια και στους οικείους του Κώστα Μπαλάφα εκφράζει με ανακοίνωσή του το τμήμα Πολιτισμού του ΣΥΝ, το οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει: "Τελευταίο κλικ χτες για τη φωτογραφική μηχανή του Κώστα Μπαλάφα που με τον φακό του απαθανάτισε ολόκληρες δεκαετίες σκληρών αγώνων για τη λευτεριά και την επιβίωση, για τη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια, που μας έδωσε μοναδικές εικόνες από την πορεία του ελληνικού στρατού προς το αλβανικό μέτωπο, την Κατοχή και τον ένοπλο αγώνα του ΕΛΑΣ στην Ήπειρο. Παιδί μια φτωχής αγροτικής οικογένειας από την Κυψέλη Άρτας, άκουσε την προτροπή των δικών του να φύγει για να σωθεί. Κι έφυγε για να ξαναγυρίσει οπλισμένος με τη μηχανή και μοντέλα του τη δύναμη της ελληνικής φύσης, την ακάματη θέληση των εργαζομένων, τη θυσία των φαντάρων και την πίστη των ανταρτών για έναν καλύτερο κόσμο. Μαχητής-τυφεκιοφόρος κι ο ίδιος του 85ου Συντάγματος της 6ης Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ, δεν πούλησε ποτέ τις φωτογραφίες του, γιατί, όπως ο ίδιος συνήθιζε να λέει, αν τις πουλούσα, θα ήταν 'σαν να εκπορνεύω τα συναισθήματά μου'».

Δεν υπάρχουν σχόλια: