Η εισαγγελία του Μονάχου άσκησε ποινική δίωξη εναντίον δύο πρώην μάνατζερ της Ferrostaal για δωροδοκία δημόσιων λειτουργών άλλης χώρας, προκειμένου να προωθηθούν συμφωνίες πώλησης υποβρυχίων, με το μεγαλύτερο μέρος της δικογραφίας που έχει σχηματιστεί να σχετίζεται με τις πωλήσεις υποβρυχίων στην Ελλάδα και την Πορτογαλία. «Σοβαρότερη υπόθεση από όλες» γράφει η σημερινή Handelsblatt η οποία διεξήγαγε έρευνα για την υπόθεση είναι «η ανάθεση παραγγελίας του ελληνικού Ναυτικού για τέσσερα υποβρύχια αξία 1,6 δις ευρώ»...
Σύμφωνα με ανακοίνωση της εισαγγελίας η μήνυση έχει ήδη ασκηθεί στις 18 Μαρτίου και κατηγορούμενοι είναι ένα πρώην μέλος του κεντρικού διοικητικού συμβουλίου και ένας πρώην πληρεξούσιος της Ferrostaal. Σύμφωνα με την εισαγγελία, οι δύο κατηγορούμενοι χρησιμοποίησαν ενδιάμεσους «συμβούλους» για τις απαραίτητες επαφές με φορείς αποφάσεων στην Ελλάδα. Μέσω των «συμβούλων» διατέθηκαν 50 εκ. ευρώ μόνο για το διάστημα μεταξύ 2000 και 2003, ενώ άλλα 11 εκ. διατέθηκαν το 2007.
Για την περίπτωση της Ελλάδας, πρόκειται για τις δύο συμφωνίες που έκλεισε το κονσόρτσιουμ της Ferrostaal και της κατασκευάστριας εταιρίας Howardtswerke Deutsche Werft AG (HDW) μεταξύ 2000 και 2002 για την πώληση των υποβρυχίων στην Ελλάδα. Βάσει της δικογραφίας, προμήθειες καταβλήθηκαν και στην περίπτωση της πώλησης υποβρυχίων στην Πορτογαλία και μάλιστα σε Πορτογάλο Γενικό Πρόξενο, για να προωθήσει τις απαραίτητες επαφές με εκπροσώπους της πορτογαλικής κυβέρνησης.
Οι έρευνες της εισαγγελίας εις βάρος και άλλων στελεχών της εταιρίας συνεχίζονται. Εκπρόσωπος της εισαγγελίας Μονάχου ανέφερε ότι οι προσπάθειες συμβιβασμού με την εταιρία απέτυχαν.
Η Ferrostaal ήταν μέχρι το Μάρτιο του 2009 θυγατρική της ΜΑΝ, η οποία πούλησε το 70% στην αραβική IPIC. Εξαιτίας του σκανδάλου των προμηθειών και του οικονομικού κόστους που συνεπάγεται, η IPIC αρνείται να αγοράσει και το υπόλοιπο 30% και απειλεί μάλιστα με ακύρωση της συμφωνίας εξαγοράς.
Handesblatt: Κυβέρνηση και Ελληνες αξιωματικοί χρειάζονταν ..περιποίηση
Γύρω από τον παραδοσιακό όμιλο επιχειρήσεων Ferrostaal αιωρούνται εδώ και δεκαετίες καταγγελίες διαφθοράς. Το περασμένο ενάμιση έτος ωστόσο η κατάσταση σαφώς χειροτέρευσε. Η εισαγγελία Μονάχου ανακάλυψε κατά τις έρευνές της πάνω από δώδεκα περιπτώσεις, στις οποίες η ανάθεση παραγγελίας επιταχύνθηκε με χρηματισμούς. Αυτό προκύπτει από στοιχεία, τα οποία έχει στη διάθεσή της η Handelsblatt.
Τη σοβαρότερη υπόθεση από όλες αποτελεί η ανάθεση παραγγελίας του ελληνικού Ναυτικού για τέσσερα υποβρύχια αξία 1,6 δις ευρώ. Η Αθήνα ανήκει στους παλαιότερους πελάτες της Ferrostaal. Από το 1967 τα ναυπηγεία Howaldtswerke-Deutsche Werft AG του Κιέλου κατασκεύαζαν υποβρύχια για τον ελληνικό στόλο.
Οι δουλειές δεν προχωρούσαν όμως από μόνες τους. Αντιπρόσωποι της κυβέρνησης και των ενόπλων δυνάμεων χρειάζονται... «περιποίηση». Αυτό το ρόλο αναλάμβανε η Ferrostaal, η οποία αποτελεί το τμήμα πωλήσεων του ομίλου. Για να διατηρήσει την επαφή με τους πολιτικούς μοχλούς λήψης αποφάσεων, η Ferrostaal κατέφευγε από τη δεκαετία του 1980 σε συμβούλους.
Όταν η Ελλάδα έκανε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 σχέδια για εξοπλισμό του στόλου της, η Ferrostaal χρησιμοποίησε ως συμβούλους τις εταιρίες συμβούλων Marine and Industrial Enterprise (MIE) και Dolmatron Associated και αυτές θα λάμβαναν ως προμήθεια το περίπου 10% της αξίας της παραγγελίας.
Οι συνεργάτες της MIE ρίχτηκαν αμέσως στη δουλειά και προετοίμασαν συναντήσεις με πολιτικούς και αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, εξέτασαν συμβόλαια και ανέλαβαν ακόμα και κρατήσεις ξενοδοχείων για τους ανθρώπους της Ferrostaal. Για το έργο τους υπάρχουν στα αρχεία της Ferrostaal πολλά αποδεικτικά. Σε αντάλλαγμα η ΜΙΕ έλαβε 80 εκατομμύρια ευρώ τα οποία κατατέθηκαν μεταξύ των ετών 2000 και 2002.
Περισσότερο αμφισβητήσιμη είναι η εργασία του προσωπικού της Dolmatron αφού για το τι ακριβώς έκαναν δεν ήταν δυνατό να βρεθεί καμία ένδειξη στο αρχείο της Ferrostaal, όπως δείχνουν τα αρχεία της εταιρίας. Επίσης δεν έχει βρεθεί μέχρι τώρα κάποιο συμβόλαιο συμβούλου, όπως αυτό που συνήφθη με τη ΜΙΕ.
Ωστόσο η Dolmatron λάμβανε χρήματα. Μοιρασμένα σε τρεις τραπεζικές επιταγές εισέρρευσαν 22,8 εκ. ευρώ, όπως αναφέρεται στα έγγραφα. Στη συνέχεια, το 2003, ακολούθησε μία πληρωμή 2,5 εκ. ευρώ τοις μετρητοίς. Η Dolmatron διεκδικούσε όμως περισσότερα χρήματα μετά την επιτυχή σύναψη συμβολαίου με τους Έλληνες, ήτοι 86 εκατομμύρια ευρώ και στο τέλος του 2006 η Dolmatron απείλησε με αγωγή σε περίπτωση που δεν εξοφληθεί το υπόλοιπο χρηματικό ποσό, μια απαίτηση η οποία θεμελιωνόταν σε γραπτή συμφωνία που είχε συναφθεί μεταξύ των δύο εταιριών.
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η συμφωνία φυλάσσονταν σε θυρίδα της μεγάλης ελβετικής τράπεζας UBS στη Ζυρίχη «για λόγους ασφάλειας και εχεμύθειας». Προκειμένου να αποφύγουν μια μακρά διαμάχη, οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε μια αποπληρωμή ύψους 11 εκ. ευρώ.
Η εισαγγελία του Μονάχου θεωρεί βέβαιο ότι με τα χρήματα «λαδώνονταν» λήπτες αποφάσεων στην Ελλάδα. Εάν ωστόσο μπορεί για αυτό να θεωρεί τον εαυτό της υπεύθυνο η Ferrostaal, πρέπει να αποδειχθεί. Η ίδια η Ferrostaal απορρίπτει την κατηγορία και θεωρεί τον εαυτό της θύμα, αφού όπως ισχυρίζεται τα αρμόδια στελέχη της καταχράστηκαν τα χρήματα προξενώντας ζημία στη Ferrostaal. Είναι πολύ πιθανό να έχει δίκιο η Ferrostaal ως προς αυτό αφού δεν έχουν βρεθεί μέχρι τώρα αποδείξεις σχετικά με το ποιός «λαδώθηκε» με τα δεκάδες αυτά εκατομμύρια...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου